- Πλουτώνιος
- ΠλουτώνιοςPlutomasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πλουτώνιος — ια, ιο, και πλουτώνείος, εια, ειο / πλουτώνιος, ία, ον και πλουτώνείος, εία, ειον, ΝΜΑ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Πλούτωνα νεοελλ. 1. αυτός που συντελείται στα έγκατα τής γης, ενδογήινος 2. ο αναφερόμενος στον πλουτωνισμό 3. το ουδ. ως… … Dictionary of Greek
Πλουτωνίων — Πλουτώνιον where there are mephitic vapours neut gen pl Πλουτώνιος Pluto fem gen pl Πλουτώνιος Pluto masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πλουτώνιον — where there are mephitic vapours neut nom/voc/acc sg Πλουτώνιος Pluto masc acc sg Πλουτώνιος Pluto neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλουτώνειος — α, ο, ΝΜΑ βλ. πλουτώνιος … Dictionary of Greek
Πλουτωνίοις — Πλουτώνιον where there are mephitic vapours neut dat pl Πλουτώνιος Pluto masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πλουτώνια — Πλουτώνιον where there are mephitic vapours neut nom/voc/acc pl Πλουτώνιος Pluto neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)